«Τρύπα μωρό μου, τρύπα», ήταν ένα από τα πιο σαφή συνθήματα της αναπάντεχα πετυχημένης προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ.
Η πρόθεση του επανακάμψαντος προέδρου να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου της χώρας του προκειμένου να γίνουν οι ΗΠΑ «ενεργειακά κυρίαρχες» σε παγκόσμια κλίμακα είναι ρητή και σαφής. Οι παραγωγοί είναι προφανώς ικανοποιημένοι για τη μεγάλη επιστροφή του Τραμπ, αλλά προσώρας δηλώνουν ότι δεν σκοπεύουν να αλλάξουν άρδην τις πολιτικές και τα επιχειρηματικά τους σχέδια.
Ίσως για να μην προκαλέσουν το κοινό αίσθημα ή για να μην τρομοκρατήσουν τον κόσμο και δημιουργήσουν στρατιές κοψοχέρηδων ψηφοφόρων προτού ακόμα ορκιστεί και αναλάβει καθήκοντα ο «νέος παλιός πρόεδρος», οι αμερικανικοί πετρελαϊκοί όμιλοι δηλώνουν ότι δεν θα εγκαταλείψουν τα σχέδια συρρίκνωσης ή «εξορθολογισμού» των περιθωρίων παραγωγής τους και ότι θα παραμείνουν προσηλωμένοι στην προώθηση και υλοποίηση των πολιτικών που έχουν εξαγγείλει και κατατείνουν στην «πράσινη» μεταστροφή τους.
Οι άνθρωποι του Τραμπ
Το «κομπρομί» που είχε προτείνει ο Ντόναλντ Τραμπ στον κόσμο του πετρελαίου (και είχε γίνει αποδεκτό διότι ουδείς το απέρριψε) ήταν να καταργήσει τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς προκειμένου να διευκολυνθούν οι εκμεταλλεύσεις υδρογονανθράκων. Το αντάλλαγμα που ζητούσε ο Τραμπ από τις βιομηχανίες του κλάδου ήταν να χορηγήσουν 1 εκατ. δολάρια για την προεκλογική του καμπάνια.
Οι «πετρελαιάδες» υποστήριξαν τελικά όχι με ένα αλλά με 15 εκατ. δολάρια την προσπάθεια εκλογής του Τραμπ ενώ, αν συνυπολογίσει κανείς τις επιχειρήσεις του ευρύτερου κλάδου που «έχουν συμφέροντα για την ανάπτυξη των ορυκτών καυσίμων» ξεκινώντας από τα hedge funds που επενδύουν στην ενέργεια μέχρι τις εφοπλιστικές εταιρείες, οι χορηγίες προς τον εκλεγμένο πρόεδρο έφθασαν στα 75 εκατ. δολάρια, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Climate Power.
«Κατά την πρώτη του θητεία (2016-2020) ο Ντόναλντ Τραμπ επέτρεψε τις γεωτρήσεις στο Καταφύγιο Άγριας Ζωής της Αρκτικής, στα εθνικά πετρελαϊκά διαθέσιμα της Αλάσκας, σε παρθένα εδάφη της Πολιτείας Γιούτα, ενώ ενέκρινε την κατασκευή ενός αγωγού που διασχίζει τα εδάφη των Ινδιάνων της φυλής Ντακότα», γράφει η ανταποκρίτρια της «Les Echos» στη Νέα Υόρκη Σολβέιγκ Γκοντελίκ.
«Ο διάδοχός του, Τζο Μπάιντεν, ακολούθησε μια πολιτική πιο φιλική προς το περιβάλλον και αύξησε το κόστος για την εξασφάλιση εκμεταλλεύσεων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων από το ομοσπονδιακό κράτος. Αλλά αυτό δεν εμπόδισε την διακυβέρνηση Μπάιντεν να χορηγήσει νέες άδειες για εξορύξεις, ιδίως για την υλοποίηση του γιγαντιαίου έργου Willow της ConocoPhillips στην Αλάσκα», συμπληρώνει η Γκοντελίκ.
Ιστορικά ρεκόρ παραγωγής και τα λόγια του Τραμπ
«Η έκρηξη της παραγωγής που υποσχέθηκε ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη συντελεστεί», παρατηρεί η ανταποκρίτρια της «Les Echos». Η παγκόσμια παραγωγή αργού έχοντας φθάσει στα 12,9 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως το 2023 έχει ήδη ξεπεράσει το ανώτατο όριο του προ-πανδημικού 2019. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες παράγουν περισσότερο αργό πετρέλαιο από οποιαδήποτε χώρα έχει παράξει ποτέ», σημείωσε η Αμερικανική Υπηρεσία Ενέργειας, ενώ «ακόμα μεγαλύτερη είναι η αύξηση παραγωγής φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ».
Όλα αυτά συνέβησαν βεβαίως επί προεδρίας του, κατά Τραμπ, «πράσινου σοσιαλιστή» Τζο Μπάιντεν. Σύμφωνα με το Reuters, τα κέρδη των πέντε κορυφαίων εισηγμένων πετρελαϊκών ομίλων στον κόσμο, της βρετανικής BP, της ολλανδοβρετανικής Shell, των αμερικανικών Exxon και Chevron και της γαλλικής TotalEnergies, έφτασαν τα 410 δισ. δολάρια κατά τα τρία πρώτα χρόνια της προεδρίας Μπάιντεν. Μιλάμε για κέρδη διπλάσια συγκριτικά με εκείνα των τριών πρώτων χρόνων της θητείας του Ντόναλντ Τραμπ.
Όπως είχε πράξει και ο Τραμπ, ο Τζο Μπάιντεν προσπάθησε να πιέσει τους Αμερικανούς παραγωγούς να αυξήσουν την παραγωγή τους προκειμένου να πέσει η τιμή της βενζίνης. Ωστόσο οι παραγωγοί προβάλλουν μια «σιωπηλή αντίσταση» στις πιέσεις Μπάιντεν, με την οποία κινδυνεύει να έρθει αντιμέτωπος και ο Τραμπ στη δεύτερη θητεία του, κατά την Σολβέιγκ Γκοντελίκ.
«Στην πραγματικότητα οι πετρελαιοπαραγωγοί δεν θέλουν να πουλήσουν κοψοχρονιά τον μαύρο χρυσό τους. Αντί να επανεπενδύουν δισεκατομμύρια δολάρια για να αυξήσουν την παραγωγή τους, φροντίζουν να ανταμείψουν τους μετόχους που τους στήριξαν τα χρόνια των επενδύσεων στην υδραυλική ρωγμάτωση», εξηγεί η γαλλίδα ανταποκρίτρια.
Το αμερικανικό LNG
Ο Ντόναλντ Τραμπ θέλει επίσης να ενισχύσει τις εξαγωγές φυσικού αερίου. Τον Ιανουάριο του 2024 ο Μπάιντεν επέβαλε μορατόριουμ στην κατασκευή νέων τερματικών σταθμών υγροποίησης φυσικού αερίου. Παρά ταύτα, κατά τη διάρκεια της θητείας του οι μονάδες στον Κόλπο του Μεξικού «παρήγαγαν στο μάξιμουμ για να εξάγουν περισσότερο υγροποιημένο αέριο στην Ευρώπη που στερήθηκε το ρωσικό πετρέλαιο, αλλά και στην ταχέως αναπτυσσόμενη Ασία», γράφει η Γκοντελίκ.
Σε γενικές γραμμές ο Δημοκρατικός πρόεδρος προτιμούσε το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής να πηγαίνει στους Αμερικανούς καταναλωτές, για να πέσουν οι τιμές στα βενζινάδικα και κατ’ επέκταση ο πληθωρισμός. Ο Τραμπ υποσχέθηκε να άρει αυτό το μορατόριουμ την πρώτη ημέρα που θα επιστρέψει στον Λευκό Οίκο. Και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν όμως πρόσφατα εξέφρασε την επιθυμία της να αντικατασταθεί το ρωσικό αέριο με φθηνότερο αμερικανικό LNG.
Η μετοχή της Cheniere, μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες υγροποίησης φυσικού αερίου στις ΗΠΑ, έχει εκτιναχθεί κατά 13,5% υψηλότερα στη Wall Street μετά τη νίκη του Τραμπ στις εκλογές.
«Πράσινη απάτη» και καινοτομία
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει χαρακτηρίσει «πράσινη απάτη» τον περιβόητο νόμο IRA (Νόμο για τη Μείωση του Πληθωρισμού) που υιοθέτησε ο Μπάιντεν για να χρηματοδοτήσει αναπτυξιακά έργα με θετικό περιβαλλοντικό πρόσημο και «καθαρές βιομηχανίες», προκειμένου να υποστηρίξει και την πράσινη μετάβαση αλλά και την πληγωμένη από την πανδημία και την πληθωριστική κρίση αμερικανική οικονομία.
Ο Τραμπ υποσχέθηκε να καταργήσει τον IRA, αλλά μεγάλοι όμιλοι πετρελαίου και φυσικού αερίου εκφράζουν τον σκεπτικισμό τους για τις προθέσεις του εκλεγμένου προέδρου, διότι έχουν ήδη επενδύσει ή προγραμματίσει να επενδύσουν σημαντικά κεφάλαια για τη δέσμευση των εκπομπών άνθρακα, για την ανάπτυξη βιοκαυσίμων ή την παραγωγή υδρογόνου.
Σύμφωνα με την «Wall Street Journal», η Exxon Mobil και η Chevron έχουν ήδη προϋπολογίσει και δρομολογήσει επενδύσεις αθροιστικά 30 δισ. δολαρίων για την περιφρονητέα από τον Τραμπ «πράσινη μετάβαση». Και χρειάζονται την περαιτέρω αρωγή του ομοσπονδιακού κράτους με διευκολύνσεις των χρηματοδοτήσεων και επιδοτήσεις προκειμένου να είναι βιώσιμες οι καινοτόμες δράσεις που έχουν αναλάβει.
Δεν είναι τυχαίο ότι μιλώντας στην WSJ ο διευθύνων σύμβουλος της Exxon Mobil Ντάρεν Γουντς προειδοποίησε την επόμενη αμερικανική διοίκηση να μην αμφισβητήσει πάλι τη συμφωνία του Παρισιού του 2015. «Η τακτική του ‘σταμάτα-ξεκίνα’ δεν νομίζω ότι είναι η ενδεδειγμένη που πρέπει να ακολουθήσουμε. Είναι εξαιρετικά αναποτελεσματική για τις επιχειρήσεις και δημιουργεί μεγάλη αβεβαιότητα», τόνισε ο Γουντς.
Πηγή: ΟΤ