Την Τρίτη, 24 Δεκεμβρίου, η κόρη της Βανέσα Ρεντγκρέιβ, Τζόλι Ρίτσαρντσον, ανέβασε στο Instagram ένα βίντεο της μητέρας της, 87 ετών, στο οποίο η ηθοποιός απευθύνεται στους λαούς που υποφέρουν από τα δεινά του πολέμου.
«Είμαι τόσο ευγνώμων που έχω την ευκαιρία να στείλω όλη μου την αγάπη σε όλες τις μητέρες, τα παιδιά και τα μωρά που υποφέρουν από τον πόλεμο σε τόσες πολλές χώρες αυτού του κόσμου», ανέφερε η Ρεντγκρέιβ στο βίντεο.
Η ηθοποιός έστειλε ένα φιλί στην κάμερα καθώς ολοκλήρωνε το μήνυμά της: «Στέλνω την αγάπη μου – η οποία δεν μπορεί να σας βοηθήσει ουσιαστικά. Μακάρι να μπορούσε. Να είστε ευλογημένοι. Σας ευχαριστώ για την αγάπη σας και σας στέλνω ό,τι έχω, εκτός από ένα κομμάτι [μου] που κρατάω για την οικογένειά μου».
«Όλοι έπρεπε να κάνουν το κομμάτι τους, για να προσπαθήσουν να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο. Να υπερασπίζεσαι αυτό που είναι σωστό και να μην απογοητεύεσαι αν δεν δεις αμέσως αποτελέσματα»
Η σπουδαία Ρεντγκρέιβ κέρδισε κατά τη διάρκεια της ζωής της ένα Όσκαρ, ένα Βραβείο Τόνι και ένα Βραβείο Ολίβιε. Η ηθοποιός είναι επίσης γνωστή για τον πολιτικό της ακτιβισμό και την εκστρατεία της κατά του πολέμου, συμπεριλαμβανομένου του σκηνοθετικού της ντεμπούτου το 2017 με το «Sea Sorrow», ένα ντοκιμαντέρ που εξετάζει τη μεταναστευτική κρίση σε όλη την Ευρώπη.
H oμιλία στα Όσκαρ, η πολιτική συνείδηση και οι κακοποιοί
Η Βανέσα Ρεντγκρέιβ αντιμετώπισε έντονες αντιδράσεις μετά την ομιλία της στα Όσκαρ το 1978, στην οποία συνεχάρη την Ακαδημία που στάθηκε απέναντι σε «μια μικρή ομάδα σιωνιστών κακοποιών» που της είχαν επιτεθεί επειδή παρήγαγε και εμφανίστηκε σε ένα ντοκιμαντέρ για την Παλαιστίνη (κάποιοι από το ακροατήριο χειροκροτούσαν και άλλοι γιούχαραν).
Τα σχόλιά της απευθύνονταν στους εξτρεμιστές της Εβραϊκής Αμυντικής Λίγκας, οι οποίοι όχι μόνο την είχαν κάψει ομοίωμά της αλλά είχαν προσφέρει αμοιβή για τη δολοφονία της. Υπήρξε ακόμη και βομβιστική επίθεση σε έναν από τους κινηματογράφους που έδειχναν το ντοκιμαντέρ. ολοκλήρωσε την ομιλία της υποσχόμενη «να πολεμήσω τον αντισημιτισμό και τον φασισμό όσο ζω».
«Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι η δέσμευση για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού και του φασισμού ήταν αμφιλεγόμενη. Μαθαίνω ότι είναι», δήλωσε τέσσερις δεκαετίες αργότερα (γελώντας) στο Hollywood Reporter. Όπως ανέφερε, πάντα ένιωθε την ευθύνη να μιλάει, ανεξάρτητα από τις συνέπειες. «Έπρεπε να κάνω το χρέος μου», είπε.
«Όλοι έπρεπε να κάνουν το κομμάτι τους, για να προσπαθήσουν να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο. Να υπερασπίζεσαι αυτό που είναι σωστό και να μην απογοητεύεσαι αν δεν δεις αμέσως αποτελέσματα».
«Ήταν υπέροχος, υπέροχος»
Στην ίδια συνέντευξη του 2018, η Ρεντγκρέιβ αναφέρθηκε στους γονείς της – τους ηθοποιούς Μάικλ Ρεντγκρέιβ και Ρέιτσελ Κέμπσον – ως την πρώτη της πηγή έμπνευσης, αλλά και στους συγγραφείς της εποχής, όπως ο ποιητής Σέσιλ Ντέι-Λιούις και ο συγγραφέας Ε. Μ. Φόρστερ, που διαμόρφωσαν την πολιτική της συνείδηση. Από τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκε, κατονόμασε τον αφροαμερικανό ηθοποιό και ακτιβιστή Πολ Ρόμπεσον. Μία από τις πρώτες εμφανίσεις της Ρεντγκρέιβ ως ηθοποιός ήταν ένας «walk-on ρόλος» σε μια παράσταση του Οθέλλου το 1959, όπου ο Ρόμπεσον ήταν πρωταγωνιστής.
«Ήταν υπέροχος, υπέροχος», θυμήθηκε, «ο Πολ έπαιξε τον Οθέλλο και ο Τόνι Ρίτσαρντσον το σκηνοθέτησε! Οπότε είχα ανθρώπους να θαυμάζω!».
Η Ρεντγκρέιβ αποκάλυψε ότι ο Ρίτσαρντσον – «τον οποίο παντρεύτηκα, όπως ξέρετε» – υπήρξε η μεγαλύτερη επιρροή στη ζωή της ως ηθοποιού, μαζί με τον Κάρελ Ράις, τον πρωτοπόρο βρετανό ρεαλιστή σκηνοθέτη που την επέλεξε σε ταινίες όπως «Morgan!» (1966) και «Isodora» (1968).
*Με πληροφορίες από: The People | The Hollywood Reporter | Scott Roxborough